- παχυσαρκία
- (Ιατρ.). Παθολογική αύξηση του βάρους του σώματος, που οφείλεται σε υπερβολική συσσώρευση λίπους στον οργανισμό.
Παρατηρείται γενικά μεταξύ των 40 και 50 ετών, αλλά καμιά φορά και από την παιδική ηλικία: (είναι συχνότερη στις γυναίκες και συχνά αποτελεί οικογενειακό χαρακτηριστικό. Υπάρχουν διάφοροι βαθμοί π. Από ελαφρές μορφές, όπως εκείνες που ονομάζονται «των πενηντάρηδων» και οι οποίες οφείλονται σε ένα σύνολο παραγόντων ψυχολογικής, σωματικής και ενδοκρινούς φύσης, έως τις μεσαίες και βαριές μορφές, γενικά πρωιμότερης εμφάνισης, που συνδέονται καθαρά με παθολογικούς παράγοντες νευροενδοκρινούς φύσης. Η αύξηση του σωματικού βάρους οφείλεται αρχικά σε συσσώρευση λίπους στον υποδόριο ιστό της κοιλιάς και στη συνέχεια και σε άλλες περιοχές του σώματος (γλουτούς, αυχένα, περιοχή των μαστών κ.ά.), ενώ συνήθως δεν προσβάλλει τα άκρα. Το πάχος του υποδόριου ιστού στο κοιλιακό τοίχωμα μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει τα 10 εκ. Στις περιπτώσεις αυτές εκσεσημασμένης π. το άτομο όχι μόνο αντιμετωπίζει δυσκολίες στην άσκηση της φυσιολογικής σωματικής δραστηριότητας, αλλά προσβάλλεται εύκολα από πολλές παθολογικές καταστάσεις, όπως πλατυποδία, αρθροπάθειες, υπέρταση, σακχαρώδη διαβήτη και, κυρίως από καρδιαγγειακά νοσήματα εξαιτίας των οποίων μειώνεται συνήθως η διάρκεια της ζωής των παχύσαρκων. Η π. οφείλεται πάντα σε διαταραχή της ισορροπίας μεταξύ των θερμίδων που προσλαμβάνονται με την τροφή και των θερμίδων που καταναλώνονται ημερησίως από το άτομο. Η διαταραχή αυτής της ισορροπίας μπορεί να οφείλεται ή σε εκτενή πρόσληψη τροφών ή σε ελαττωμένη κατανάλωση ενέργειας, όπως συμβαίνει όταν το άτομο περιορίζει τη σωματική του δραστηριότητα, και οι δύο αυτοί παράγοντες αποτελούν βασική αιτία τής πλειονότητας των περιπτώσεων π. Υπάρχουν και μορφές π. που εξαρτώνται από αλλοιώσεις της λειτουργίας των ενδοκρινών αδένων, δηλαδή περιπτώσεις υπερλειτουργίας αδένων που δρουν αναβολικά (πάγκρεας, φλοιός επινεφριδίων, θύμος κ.ά.), ή περιπτώσεις ανεπαρκούς λειτουργίας αδένων που φυσιολογικά διεγείρουν τις διεργασίες καταβολισμού (όπως ο θυρεοειδής, οι γεννητικοί αδένες κ.ά.)
Κατά την άποψη μερικών μελετητών, δεν υπάρχουν ενδοκρινείς π. και όλες οι μορφές π. οφείλονται σε δυσλειτουργία του υποθαλάμου με αλλοιώσεις του αισθήματος της όρεξης. Τελευταίες όμως έρευνες έχουν επισημάνει μια ορμόνη της υπόφυσης, που δρα επί του μεταβολισμού των λιπών. Είναι βέβαιο πάντως ότι μερικοί ενδοκρινείς αδένες συμμετέχουν στην κατανομή του αποταμιευτικού λίπους.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της π. είναι ορμονικής φύσης στα άτομα που πάσχουν από ορμονική δυσλειτουργία, ενώ σε όλες τις άλλες περιπτώσεις είναι βασικά διαιτητική. Απαιτείται μείωση των θερμίδων που προσλαμβάνονται με την τροφή με κατάργηση των λιπών και περιορισμό στο ελάχιστο των υδατανθράκων, και αντίθετα κατανάλωση φυτικών κυρίως τροφών, φρούτων, πρωτεϊνών κ.ά. Για να πετύχει όμως η αγωγή, απαιτείται μεγάλη επιμονή.
* * *ηιατρ.1. η ιδιότητα τού παχυσάρκου2. ιατρ. κάθε αύξηση τού βάρους τού σώματος που υπερβαίνει κατά 15% περίπου το θεωρητικό βάρος, λόγω αυξήσεως τών αποθεμάτων λίπους.[ΕΤΥΜΟΛ. < παχύσαρκος. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Παλιγγενεσία].
Dictionary of Greek. 2013.